Παρασκευή 28 Ιουνίου 2013

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΜΕΤΑΚΛΑΣΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ




Τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας που διδασκόμαστε στο γυμνάσιο δεν είναι όλα γραμμένα την ίδια περίοδο ούτε δημιουργήθηκαν μέσα στις ίδιες πολιτιστικές, πνευματικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Καλύπτουν μια μεγάλη χρονική περίοδο× και ακόμη τα πνευματικά κέντρα, στα οποία διαμορφωνόταν οι συγγραφείς της κάθε εποχής, δεν είναι κάθε φορά τα ίδια. Ο Λουκιανός π.χ. έγραψε σε μια εποχή που απέχει περίπου χίλια χρόνια από την εποχή του Ομήρου και εξακόσια από την εποχή του Ηροδότου. Γι’ αυτό παρατηρούμε ανάμεσα στα έργα της αρχαίας γραμματείας ορισμένες διαφορές στις ιδέες, στα λοιπά πολιτιστικά στοιχεία που περιέχουν και στο ύφος.
Είμαστε λοιπόν υποχρεωμένοι να διαιρέσουμε την αρχαία μας γραμματεία, χωρίς να μπαίνουμε σε λεπτομέρειες, στις εξής περιόδους: προκλασική ή αρχαϊκή (π.χ. τα ομηρικά ποιήματα) 8ος – μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα, την κλασική, όπου δημιούργησαν το έργο τους οι περισσότεροι φημισμένοι αρχαίο συγγραφείς (π.χ. ο Ηρόδοτος και ο Σοφοκλής) μέσα 5ου – μέσα 4ου π.Χ. αιώνα, και μετακλασική, από τα μέσα του 4ου αιώνα ως το τέλος του αρχαίου κόσμου. Αυτή η τελευταία χωρίζεται σε δύο περιόδους, την ελληνιστική και την ελληνορωμαϊκή, της οποίας τα κύρια χαρακτηριστικά τα βρίσκουμε στους συγγραφείς των αυτοκρατορικών χρόνων (τέλη 1ου – αρχές 3ου μ.Χ. αιώνα).
Ύστερα από την κυριαρχία των ρωμαίων στον ελληνικό χώρο και τη διάλυση των κρατών των διαδόχων του Μ. Αλέξανδρου, ο πολιτικός ρόλος της κύριας Ελλάδας περιορίζεται πάρα πολύ. Ακόμα και η Αλεξάνδρεια, όταν το 30 π.Χ. πέφτει στους Ρωμαίους, παύει να έχει μεγάλη σημασία για τις τύχες του κόσμου. Σε καλύτερη μοίρα βρίσκονται οι πόλης της Μ. Ασίας (ιδιαίτερα η Σμύρνη, η Έφεσος και η Μίλητος) και της Συρίας, που μαζί με την Αθήνα, γίνονται τα σπουδαιότερα κέντρα του ελληνικού πολιτισμού. Και αυτό, επειδή στις περιοχές αυτές οι Ρωμαίοι άφησαν ορισμένα περιθώρια αυτονομίας, που ευνοεί την οικονομική ανάπτυξη και την πνευματική άνθηση.
Η στάση των Ρωμαίων αυτοκρατόρων απέναντι στο ελληνικό στοιχείο δεν ήταν πάντοτε ομοιόμορφη. Πολλοί το πολέμησαν, μερικοί όμως το αγάπησαν και το ευνόησαν, ιδιαίτερα οι αυτοκράτορες της δυναστείας των Αντωνίνων (96-192 μ.Χ.), ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για μια αναγέννηση και μια νέα ακμή του ελληνικού πολιτισμού στα τέλη του 1ου και στο 2ο μ.Χ. αιώνα. Οι σπουδαιότεροι από τους συγγραφείς της εποχής αυτής ήταν ρήτορες - σοφιστές που ταξίδευαν από πόλη σε πόλη και έκαναν επίδειξη της τέχνης τους ή γινόταν ρητοροδιδάσκαλοι και δίδασκαν τη ρητορική με χρήματα. Ακριβώς αυτά τα χαρακτηριστικά τους φέρνουν στο νου μας τους φημισμένους σοφιστές του 5ου π.Χ. αιώνα (Γοργία Πρωταγόρα κτλ.) και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο στην κίνηση τους δόθηκε η ονομασία Δεύτερη Σοφιστική.
Οι περισσότεροι από αυτούς τους συγγραφείς μιμήθηκαν δουλικά τους μεγάλους κλασικούς συγγραφείς, ακόμα και στην γλώσσα (γι’ αυτό λέγονται και αττικιστές) και έτσι το έργο τους δεν παρουσιάζει σπουδαίο ενδιαφέρον.
Υπήρχαν όμως και μερικοί – και ανάμεσα τους θα πρέπει να ξεχωρίσουμε τον Πλούταρχο και τον Λουκιανό – που μέσα από την ίδια με τους προηγούμενους παιδεία αντίκριζαν τα προβλήματα της εποχής τους, έπιαναν το σφυγμό της και τον μετέφεραν στα έργα τους. Αυτοί δίκαια θεωρούνται από του πιο σημαντικούς δημιουργούς της αρχαίας γραμματείας μας. Το έργο τους έχει τέτοια λογοτεχνική και μορφωτική αξία, ώστε νίκησε τη δοκιμασία του χρόνου και στην νεότερη εποχή διαβάστηκε πολύ από τους μορφωμένους όλου του κόσμου.
Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΛΟΥΚΙΑΝΟΥ1
Στην περίοδο της δεύτερης σοφιστικής ξεχωριστή θέση κατέχει η πολύμορφη προσωπικότητα του Λουκιανού, ο οποίος γεννήθηκε στα Σαμόσατα της Κομμαγηνής, μιας επαρχίας της Συρίας, γύρο στο 120 μ.Χ.
Ύστερα από τα πρώτα γράμματα, που τα έμαθε στην πατρίδα του, οι γονείς του σε οικογενειακό συμβούλιο αποφάσισαν να τον βάλουν να μάθει την τέχνη της Ερμογλυφικής, δηλαδή να γίνει μαρμαρογλύφος. Κατέληξαν στην απόφαση αυτή, γιατί ο αδερφός της μητέρας του ήταν πετυχημένος μαρμαρογλύφος και ο Λουκιανός από παιδί είχε δείξει ότι είχε κάποιο καλλιτεχνικό τάλαντο, αφού στα παιχνίδια του έπλαθε με κερί μορφές πετυχημένες. Εξάλλου τα οικονομικά της οικογένειας ήταν περιορισμένα και έτσι γρήγορα θα τα ενίσχυε και εκείνος. Η θητεία του όμως κοντά στο θείο του κράτησε μόνο μια μέρα, γιατί από αδεξιότητα ο Λουκιανός έσπασε μια πλάκα και ο αυστηρός θείος τον έδειρε. Αυτό έκανε τον νεαρό μαθητευόμενο να τα παρατήσει και να φύγει κλαίγοντας στο σπίτι. Έτσι ο Λουκιανός στράφηκε προς την Παιδεία, όπως μας αφηγείται ο ίδιος στο «Ενύπνιό» του και πήρε το δρόμο για τις ιωνικές πόλεις την Μικράς Ασίας, όπου τότε άκμαζαν πολλές ρητορικές σχολές. Εκεί, πιθανόν στην Έφεσο, με ακούραστα διαβάσματα και με το έξυπνο και εύστροφο μυαλό του, τελειοποίησε τα ελληνικά του, ώστε να θεωρείται επιδέξιος τεχνίτης του αττικού λόγου, και έγινε ρήτορας.
Στην αρχή ασχολήθηκε με το δικανικό λόγο. Η δουλειά όμως του «δικηγόρου» στα δικαστήρια δεν τον ικανοποιούσε και γρήγορα στράφηκε σε άλλα είδη ρητορικού λόγου, κυρίως στον επιδεικτικό, και σε άλλες πνευματικές δραστηριότητες και έγινε σοφιστής.
Γύρο στο 150 μ.Χ., όπως οι περισσότεροι σοφιστές της εποχής του, άρχισε τα ταξίδια. Επισκέφτηκε πολλές πόλεις της Μικράς Ασίας, της μητροπολιτικής Ελλάδας, της Ιταλίας και της Γαλατίας, όπου απάγγελνε λόγους, έδινε διαλέξεις και κέρδιζε πλούτη και δόξα.
Μολονότι η ρητορική και η σοφιστική του εξασφάλιζαν δόξες και πλούτη, ο Λουκιανός στα σαράντα του τις εγκατέλειψε και πήρε την απόφαση να εγκατασταθεί στην Αθήνα και να αφοσιωθεί σε κάτι σοβαρότερο, στην μελέτη της φιλοσοφίας και στη συγγραφική δραστηριότητα. Δύο όμως σημαντικά γεγονότα διέκοψαν την παραμονή του εκεί: η αναχώρηση για την ανατολή, πιθανόν μέσα στο 162, και ο διορισμός του στην Αλεξάνδρεια για το διάστημα 170-175.
Η νέα παραμονή του στην Αθήνα (165-170) αποτελεί την σπουδαιότερη περίοδο στη λογοτεχνική του παραγωγή. Τότε έγραψε τους πιο σημαντικούς διαλόγους του. Παράλληλα στο διάστημα αυτό συνέχισε τα ταξίδια του προς διάφορες κατευθύνσεις. Έφτασε ως την Μακεδονία και, όπως και στο παρελθόν, πήγε δυο φορές ακόμη στους Ολυμπιακούς αγώνες, όπου δημόσια απάγγειλε λόγους του.
Όταν ο Λουκιανός επέστρεψε στην Αθήνα το 165 δε βρήκε το παλιό κλίμα φιλίας και κατανόησης, γιατί δεν είχε μόνο φίλους αλλά και θανάσιμους εχθρούς, και δυσαρεστημένος από την κατάσταση εκείνη, ίσως και υποχρεωμένος από τα οικονομικά του, που δεν πήγαιναν καλά όπως πριν, δέχτηκε το 170 μ.Χ. την μεγάλη δικαστική θέση στην αυτοκρατορική διοίκηση της Αιγύπτου και εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια, παρόλο που ο ίδιος προηγουμένως κατέκρινε όσους δέχονταν να υπηρετήσουν τους πλούσιους και δυνατούς ως μισθωτοί. Για το συμβιβασμό αυτό δικαιολογείται σε ένα έργο του την «Απολογία», όπου υποστηρίζει ότι η δική του θέση ήταν διαφορετική, αφού απέβλεπε στο κοινό καλό και πληρωνόταν από τον ίδιο τον αυτοκράτορα και όχι από πλούσιους ιδιώτες.
Το τέλος της ζωής του δεν μας είναι καλά γνωστό. Άλλες πηγές λένε πως πέθανε στην Αλεξάνδρεια και άλλες στην Αθήνα όπου ξαναγύρισε. Οπωσδήποτε πρέπει να πέθανε ύστερα από το 180 που είναι η χρονιά του θανάτου του Μάρκου Αυρήλιου× το θάνατο του λόγιου αυτού αυτοκράτορα τον αναφέρει ο Λουκιανός σε ένα έργο του.
Το έργο του Λουκιανού
Στο Λουκιανό αποδίδονται 86 έργα. Από αυτά μερικά δεν του ανήκουν, αλλά μάλλον είναι έργα άλλων που συμπεριλήφθηκαν ανάμεσα στα δικά του.
Στη συγγραφική του δραστηριότητα μπορούμε να διακρίνουμε τρεις περιόδους: την περίοδο της νεότητας (150-160), στην οποία κυριαρχούν τα ρητορικά έργα, της ωριμότητας (160-175), στη οποία αφθονούν τα σατυρικά και φιλοσοφικά, τα περισσότερα με διαλογική μορφή, και στην περίοδο των γηρατειών (175-θανατό), στην οποία δημιουργεί λίγα καινούργια έργα.
Τα περισσότερα ρητορικά έργα του Λουκιανού ανήκουν στην πρώτη και στην τρίτη περίοδο και είναι διαλέξεις, ρητορικές μελέτες και «παίγνια».
Αλλά τα πιο αξιόλογα έργα του είναι ασφαλώς εκείνα που έχουν διαλογική μορφή. Όταν ο Λουκιανός, όπως είδαμε στην εξιστόρηση της ζωής του, στράφηκε στη φιλοσοφία, η έμφυτη σατυρική του διάθεση τον οδήγησε να δημιουργήσει ένα εκφραστικό μέσω τελείως προσωπικό, στο οποίο χρωστά την αθανασία του ως συγγραφέας. Είναι ο σατυρικός διάλογος. Υπήρχε φυσικά ο διάλογος από την κλασική εποχή (Πλατωνικός διάλογος) και ακόμη ξέρουμε ότι ο κυνικός Μένιππος (3ος αιώνας π.Χ.) έγραψε σάτιρες σε διαλογική μορφή, που από τότε έδωσε το όνομα του στο είδος αυτό (Μενίππειες σάτιρες)× ο Λουκιανός όμως με βάση αυτά προχώρησε περισσότερο: έδωσε στο διάλογο τη συντομία, του αφαίρεσε το σοβαρό ύφος, τον έκανε ανάλαφρο και τον προίκισε με την χάρη της καθημερινής κουβέντας.
Με τον διάλογο του ο Λουκιανός σατίρισε τους ξεπεσμένους θεούς του Ολύμπου, χτύπησε τις φιλοσοφικές σχολές και τις διδασκαλίες τους, καυτηρίασε την αγυρτεία των ρητόρων διακωμώδησε τις αδυναμίες των ανθρώπων. Μερικοί τέτοιοι διάλογοι είναι: οι 15 «Ενάλιοι διάλογοι», οι 26 «Θεών διάλογοι», οι15 «Εταιρικοί», ο «Τίμων ή Μισάνθρωπος», κ.α.
Ακόμη τόλμησε να ανακατέψει τον πεζό λόγο με στίχους και με αυτό το εκφραστικό μέσο έδωσε σκηνές από την ζωή των θεών στον ουρανό, εικόνες από τον Άδη, μίλησε για το εφήμερο της ανθρώπινης ζωής. Αυτούς τους διαλόγους του λέμε «Μενίππειους», γιατί πολλά θέματα τους είναι παρμένα από τις «Μενίππειες σάτιρες». Τέτοιοι διάλογοι είναι ο «Μένιππος η Νεκυομαντεία», «Ικαρομένιππος ή Υπερνέφελος» που έχουν και οι δύο ήρωα τον κυνικό Μένιππο. Σε αυτό το είδος ανήκουν και οι 30 «Νεκρικοί διάλογοι».
Δεν έγραψε όμως ο Λουκιανός μόνο με ρητορικά και διαλογικά έργα. Μέσα στα 86 έργα του συμπεριλαμβάνονται δύο με μυθιστορηματική μορφή η «Αληθινή ιστορία» και ο «Λούκιος ή όνος», μερικά με μορφή απομνημονευμάτων, όπως ο «Δημώνακτος βίος», αλλά και με μορφή επιστολών, όπως το «Πως δει ιστορίαν σγγράφειν».
Ακόμα του αποδίδονται και έργα ποιητικά, η «Τραγοποδάγρα», ο «Ωκύπους» και 53 καλοδουλεμένα επιγράμματα.
Αυτό είναι το έργο του Λουκιανού που μερικοί μελετητές το κατέκριναν.
Τον κατηγόρησαν ότι με την οξεία κριτική του γκρεμίζει χωρίς να προτείνει τίποτε θετικό. Αδικούν όμως τον Λουκιανό, ο οποίος από αγάπη για τον άνθρωπο θέλησε να τον φρονηματίσει και να τον εξυψώσει με βάση την αλήθεια.
Οπωσδήποτε όμως όλοι του αναγνωρίζουν τη λογοτεχνική του αξία. Η γλώσσα του είναι κομψή και ρέει γεμάτη δύναμη. Το ύφος του είναι απλό, στρωτό σχεδόν κλασικό. Στα περισσότερα από τα έργα του ευφυολογεί έξυπνα, χωρατεύει καλοκάγαθα, γελάει αισιόδοξα και το γέλιο του αυτό το μεταδίδει αβίαστα στον ακροατή ή στον αναγνώστη και σήμερα ακόμη.
Πηγή:Οχιά

ΛΟΥΚΙΑΝΟΥ ΕΚΛΟΓΕΣ



Πρόλογος της οχιάς
Το βιβλίο αυτό το διδαχτήκαμε το 1983. Τότε που η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση είχε την ακμή της. Το σατυρικό στοιχείο είναι αυτό που δείχνει το πώς η παιδεία δεν πρέπει να εξευτελίζεται από την ακαδημαϊκή σοβαροφάνεια που δημιουργεί το μίσος, για την γνώση. Ευτυχώς δεν πετυχαίνει πάντα.



ΛΟΥΚΙΑΝΟΥ ΕΚΛΟΓΕΣ
ΜΙΑ ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

ΤΙΜΩΝ ή ΜΙΣΑΝΘΡΩΠΟΣ

ΝΕΚΡΙΚΟΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ - ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Β. Α. ΑΤΣΑΛΟΥ

ΕΡΜ. Η. ΗΛΙΑΔΟΥ 

Α’ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

  Πηγή:Οχιά

Τα βιβλία της Οχιάς




Το περιοδικό Οχιά στην προσπάθεια να σώσει ένα αριθμό βιβλίων που υπάρχουν στις βιβλιοθήκες μας και είναι κυρίως βιβλία που διδαχθήκαμε κάποτε στα σχολεία πριν το εκπαιδευτικό μας σύστημα καταντήσει όπως κατάντησε, προσπαθούμε να σώσουμε το παλιό αρχειακό υλικό που έχουμε, έτσι ώστε να γλυτώσει από τις κακόβουλες επιθέσεις του εκάστοτε διορισμένου σε υπουργεία υπαλληλίσκου της συμφοράς που για μια θεσούλα και ένα μισθουλάκο είναι ικανός να τινάξει τα πάντα στον αέρα. Έτσι βγάλαμε από τα σεντούκια μας την πρόσφατη "αρχαία" γνώση και την προσφέρουμε σ' αυτούς που είχαν την ατυχία να γίνουν τα πειραματόζωα του εκπαιδευτικού συστήματος μετά από εμάς. Επίσης γράφουμε και βιβλία που θα μπορέσουμε να τα ελέγξουμε σχετικά με τα πνευματικά δικαιώματα ώστε να έχουν οι αναγνώστες μας μια πιο σφαιρική εικόνα του κόσμου που χάνουμε.

Καλή ανάγνωση: